Τρίτη 13 Μαΐου 2008

Τα διάφορα Μπεντίρ

Το μπεντίρ δεν μπορεί να πει κανείς ότι χαρακτηρίζει και ότι είναι οργανικά δεμένο αμιγώς με την ελληνική μουσική παράδοση. Συναντιέται κυρίως στις αραβικές χώρες της βόρειας Αφρικής αλλά και στην οθωμανική μουσική παράδοση όπου με τον βαθύ και επιβλητικό ήχο του αποτελεί μαζί με άλλα κρουστά μουσικά όργανα (νταραμπούκες, ρέκ, νταούλια, ζίλια κ.ά.), βασικό όργανο της ρυθμικής βάσης αυτής της μουσικής. Στις μέρες μας, το μπεντίρ, χρησιμοποιείται ευρέως μέσα από μια "έθνικ" αντίληψη για τη μουσική σε πολλές σύγχρονες παραγωγές και πολλά μουσικά σχήματα το εντάσσουν στον ήχο τους και τα εκφραστικά τους μέσα, ούτως ώστε πιά να θεωρείται και να είναι ένα "δικό μας" όργανο.
Αν το δει κανείς πιο πλατιά, δεν είναι παρά ένα ακόμα όργανο της οικογένειας του αρχαίου ελληνικού "τύμπανου", της πιο διαδεδομένης μορφής κρουστού ανά τους αιώνες και ανά τον κόσμο, δηλαδή ένα κυλινδρικό ρηχό στεφάνι με τεντωμένο επάνω του ένα δέρμα.
Σ' αυτή την κατηγορία, αλλά με την προσθήκη κυμβάλων (ζίλια), ανήκουν και το ηπειρώτικο ντέφι, οι νταϊρέδες, αλλά και τα κάθε είδους "ντέφια" που συναντάει κανείς στην περιοχή μας, αλλά και τα διάφορα "frame drum" ανά τον κόσμο . Το μπεντίρ δεν διαθέτει ζίλια, σε πολλές όπως περιπτώσεις, εφαρμόζεται πάνω στο δέρμα μια χορδή από πλαστικό ή άλλο υλικό, η οποία του προσδίδει ένα χαρακτηριστικό ήχο "τριξίματος".
Το δέρμα του όπως και στο τουμπελέκι μπορεί να είναι ζωικό, από κατσίκι, ή πλαστικό για τους λόγους που έχουν εξηγηθεί στην ανάρτηση για το τουμπελέκι, και μπορεί να κουρδίζεται ή όχι, υπάρχουν δε, πολλά και ποικίλα μεγέθη.
Τα παραδοσιακά μπεντίρ δεν κουρδίζονται εμπίπτοντας έτσι στις δυσκολίες των διαφορών υγρασίας, θερμοκρασίας, που εξηγήσαμε και για το τουμπελέκι και σ' αυτή την περίπτωση θα πρέπει κανείς να διαλέξει προσεκτικά ένα όργανο, γιατί με τον ήχο που έχει από "τη μάννα του", μ' αυτόν θα πορευτεί εσαεί.
Σήμερα πάντως, κυκλοφορούν στο εμπόριο μπεντίρ κατασκευασμένα από γνωστές φίρμες, τα οποία κουρδίζονται με μεταλλικά κλειδιά και καλό συνθετικό δέρμα, λύνοντας έτσι επαρκώς όλο το πρόβλημα του κουρδίσματος και του τόνου που παράγει το όργανο.
Σε ότι αφορά το μέγεθος, ένα μπεντίρ διαμέτρου 40 - 50 εκ. , είναι καλό για γενική χρήση, υπάρχουν όμως και μεγαλύτερα όργανα, έως πολύ μεγάλα, κατάλληλα για πιο εντυπωσιακούς, μεγαλύτερης διάρκειας και πιο τελετουργικούς ήχους.
(Το όργανο της φωτογραφίας είναι ένα παραδοσιακό μπεντίρ χωρίς κλειδιά 40 εκ.).
Το καλό με τα όργανα που κουρδίζουν είναι ότι μπορούμε να χαλαρώσουμε λίγο το κούρδισμα και να επιτύχουμε έτσι έναν πιο μπάσο ήχο που να προσομοιάζει μεγαλύτερο όργανο, ανάλογα με τις ανάγκες μας.
Όσο πιο βαθιά μπαίνει κανείς στον κόσμο των κρουστών και όσο ψάχνει και πειραματίζεται, όσο δηλαδή θα μαθαίνει, τόσο πιο εύκολο θα του είναι να διαλέξει ένα καλό όργανο που να εξυπηρετεί ακριβώς τις ανάγκες του και τον σκοπό για τον οποίο το θέλει. Αν είστε άπειροι, για αρχή, καλό είναι να απευθυνθείτε σε κάποιον που ξέρει, ώστε να αποφύγετε αποτυχημένες αγορές και επιτήδειους πωλητές.
Αυτά για τώρα και σε άλλη ανάρτηση θα εξετάσουμε τον τρόπο παιξίματος, το κούρδισμα κ.ά.
Γ.ΝΤ.



Το τουμπελέκι !

Τι να πρωτοπεί κανείς για το τουμπελέκι...Το συναντάμε ως "στάμνα" στη Βόρεια Ελλάδα, λόγω του ότι αυτά τα τουμπελέκια ήταν πήλινα (καμία σχέση με την σημερινή λεγόμενη στάμνα η οποία δεν είναι παρά ένα Udu) και στα νησιά του ανατολικού αιγαίου. Κυρίαρχο ρόλο παίζει στη Μικρασία όπου συνοδεύει κατ' εξοχήν ρυθμούς στους οποίους ταιριάζει το τουμπελέκι όπως: τσιφτετέλι, καρσιλαμάς, χασάπικα κ.ά. Λέγεται και τουμπερλέκι, ή ταραμπούκα ή ταρμπούκα ή τραμπούκα. Σήμερα πλέον, το τουμπελέκι στις διάφορες παραλλαγές του, είναι το κατ' εξοχήν παραδοσιακό κρουστό σε ολόκληρη την Ελλάδα. Είναι το όργανο από το οποίο θα ξεκινήσει κανείς για να μελετήσει τις ρυθμικές αξίες, τη βασική δακτυλοθεσία και τους ρυθμούς που στη συνέχεια θα εφαρμόσει και στα άλλα παραδοσιακά όργανα όπως: Ηπειρώτικο ντέφι, Νταούλι, Μπεντίρ, Νταϊρέδες, Νταουλάκια κ.ά. Είναι βολικό, εφαρμόζει στην αγκαλιά μας σαν... μωρό (ίσως γι' αυτό αρέσει πολύ και στα κορίτσια), είναι μικρό, μεταφέρεται εύκολα, και είναι και φτηνό. Έχει δηλαδή τη συνταγή της επιτυχίας.
Τα τουμπελέκια πλέον στη συντριπτική τους πλειοψηφία είναι μεταλλικά και χωρίζονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες, τα λεγόμενα "τούρκικα" (επειδή κυρίως κατασκευάζονται στην Τουρκία και είναι το είδος που παίζαμε μέχρι πρόσφατα και στην Ελλάδα), και τα "αράβικα" (τουμπελέκια με κάπως διαφορετική κατασκευή αλλά και τεχνική στο παίξιμο που αναπτύχθηκαν και προέρχονται από τις αραβικές χώρες - Αίγυπτο, Μαρόκο, Τυνησία κ.ά.) και τα οποία λέγονται και ταραμπούκες ή αραβικές τάμπλες, στην Ελλάδα όμως έχει επικρατήσει να λέγονται απλά "αράβικα". Τα "τούρκικα" κατασκευάζονται κυρίως από χαλκό (είναι τα λεγόμενα "μπακιρένια"), και βάφονται χρυσαφί ή ασημί ή επενδύονται και με σχέδια-ζωγραφιές, και τα "αράβικα" είναι πιό χοντρά και βαριά, από κράματα αλουμινίου και άλλων μετάλλων και επενδύονται με δέρμα ή φίλντισι ή και άλλες "αραβοπρεπείς" διακοσμητικές προτάσεις. Υπάρχουν και κάποια "τούρκικα" αλουμινένια φτηνά και πανάλαφρα, τα οποία γενικά δεν είναι καλά όργανα. (Στις φωτό πάνω και από αριστερά βλέπουμε πήλινα τουμπελέκια, στη συνέχεια ένα "αράβικο" με πλαστικό δέρμα και καφετί επένδυση, και κάτω, ένα κλασσικό "τούρκικο" μπακιρένιο με χρυσαφί εμφάνιση και ζωικό δέρμα).
Σήμερα πλέον και για διάφορους λόγους, στο "εμπορικό" κομμάτι της μουσικής διασκέδασης, έχουν επικρατήσει τα "αράβικα" αλλά βαθμιαία γενικεύεται η χρήση τους και στα ελληνικά παραδοσιακά σχήματα. Οι λόγοι θα εξεταστούν πιο διεξοδικά σε άλλη ανάρτηση, αλλά κυρίως είναι πως τα "αράβικα" τουμπελέκια είναι πιο πρόσφορα για μεγάλες ταχύτητες, πιό εντυπωσιακές τρίλιες, αλλά και πιο ξεκούραστη χρήση του αριστερού χεριού (παρ' ότι στην αρχή φαίνεται πιο δύσκολο). Τα "τούρκικα" όμως σαν πιο κοντά στα δικά μας μουσικά πράγματα, συνεχίζουν να χαρακτηρίζουν την ελληνική ρυθμολογία και είναι τα πλέον ενδεδειγμένα για σοβαρές και κλασσικές εκτελέσεις ελληνικής παραδοσιακής μουσικής.
Τα δέρματα στα τουμπελέκια μπορεί να είναι από ζωικό δέρμα (συνήθως από κατσίκι) ή πλαστικό. Τα ζωικά δέρματα έχουν καλύτερο γενικά ήχο, μπορεί να "παίξει" κανείς με διάφορα πάχη και ηχοχρώματα, αλλά έχουν το μειονέκτημα ότι το ζωικό δέρμα επηρεάζεται από τα επίπεδα της υγρασίας και του ψύχους με αποτέλεσμα στους επαγγελματίες να δημιουργείται μεγάλο πρόβλημα ειδικά όταν παίζουν σε εξωτερικούς χώρους, και γενικά δεν μπορεί κανείς να έχει τον άμεσο έλεγχο του ήχου που παράγει ανά πάσα στιγμή.
Τα πλαστικά, πιο πρακτικά, επηρεάζονται ελάχιστα από το ψύχος και την υγρασία, τα κουρδίζεις και μένουν εκεί που τα κούρδισες για μεγάλο χρονικό διάστημα, ο ήχος τους όμως είναι πιο φτωχός σε αρμονικές και γενικά το ηχόχρωμά τους δεν ενθουσιάζει.
Σήμερα, κατά κανόνα στο όνομα της πρακτικότητας, έχουν επικρατήσει τα πλαστικά δέρματα. Ένας άλλος λόγος είναι πως στα διάφορα μαγαζιά διασκέδασης με μικροφωνικές συνήθως κακής ποιότητας, πολύ μικρή σημασία έχει το ηχόχρωμα και ο ιδιαίτερος ήχος του τουμπελεκιού (δεν ακούγεται παρά ένα "τακ-τουκ"), οπότε η πρακτικότητα παίζει τον πρώτο ρόλο, άλλωστε σ' αυτούς τους χώρους παίζονται αποκλειστικά "αράβικα", τα οποία είναι στάνταρ με πλαστικά δέρματα. Όμως σε επίπεδο στούντιο, και γενικά όπου η ποιότητα του ήχου προβάλει σαν επιτακτική ανάγκη και επιθυμία, τα ζωικά δέρματα, προσαρμοσμένα σε ένα καλό σφυρήλατο μπακιρένιο βαρύ τουμπελέκι, έχουν κατά τη γνώμη μου πολλή καλύτερη ηχοχρωματική απόδοση.
Μια πολύ καλή λύση, την οποία έχει ακολουθήσει και ο γράφων, είναι να έχει κανείς και από τα δυο είδη και να χρησιμοποιεί κατά το δοκούν ότι τον βολεύει και χρειάζεται κάθε φορά. Πλαστικά εκεί όπου η πρακτικότητα και η ευκολία έχει τον πρώτο λόγο, και ζωικά όπου υπάρχει ανάγκη για έναν πιό διαφορετικό και ποιοτικό ήχο.
Υπάρχουν και κάποια παραδοσιακά παλαιάς τεχνοτροπίας πήλινα τουμπελέκια (στάμνες), με ζωικό δέρμα δεμένο στην κεφαλή ή κολλημένο, που δεν κουρδίζουν καθόλου. Αυτά είναι θέμα τύχης, υγρασίας και θερμοκρασίας για το πως θα παίξουν και τι ήχο θα βγάλουν, έχουν όμως πολύ ενδιαφέροντα ήχο και αξίζει να έχει κανείς ένα τέτοιο και ας παλεύει με τις θερμοκρασίες (αερόθερμα, σόμπες κλπ.), μέχρι να φέρει το επιθυμητό αποτέλεσμα.
Υπάρχουν και κάποια ξύλινα με ζωικό δέρμα και κούρδισμα με σκοινιά, αφρικανικά όργανα, που μοιάζουν με τουμπελέκια, αλλά στην ουσία είναι μικρά Djembe (αφρικανικό κρουστό σαν τεράστιο τουμπελέκι), αλλά που σε τελευταία ανάλυση και με την ευρύτερη έννοια, μπορεί να τα πει κανείς και ξύλινα τουμπελέκια. Η τεχνική στο παίξιμό τους προσομοιάζει αυτή των "αράβικων".
Αυτά τα ολίγα (;) προς το παρόν, υπάρχουν ακόμα πολλές παραλλαγές, πολλά όργανα, πολλές λεπτομέρειες, και βέβαια υπάρχουν (το κυριότερο) οι ρυθμοί, και οι τρόποι παιξίματος.
Αγαπητοί αναγνώστες, όπως καταλαβαίνετε, έχουμε μέλλον.
Γ.ΝΤ.